«Μετάβαση της Ελλάδας -και της Δυτικής Μακεδονίας ειδικότερα- σε μια μετα-λιγνιτική εποχή: προκλήσεις και δυνατότητες»

1

Το Ευρωπαϊκό Πράσινο Ίδρυμα [GEF] με την υποστήριξη του Πράσινου Ινστιτούτου διοργάνωσε δημόσια εκδήλωση στις 6 Δεκεμβρίου 2014 στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα Μερκούρη» του Δ. Αθηναίων στην Αθήνα με θέμα «Μετάβαση της Ελλάδας και της Δυτικής Μακεδονίας ειδικότερα σε μια μετα-λιγνιτική εποχή – προκλήσεις και δυνατότητες». Η ημερίδα πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού Προγράμματος SERIND (“Socioecological reindustrialisation”) που συντονίζει το Ευρωπαϊκό Πράσινο Ίδρυμα με τη συμμετοχή Πράσινων Ιδρυμάτων από 7 διαφορετικές χώρες στις οποίες έλαβαν χώρα αντίστοιχες δράσεις.

Στόχος της εκδήλωσης ήταν να συγκεντρώσει πληροφορίες και καλές πρακτικές από περιοχές στην Ευρώπη που αντιμετωπίζουν την πρόκληση της μετάβασης σε μια μετά-λιγνιτική εποχή, να διερευνήσει εάν και σε ποιο βαθμό τις ερχόμενες δεκαετίες ο λιγνίτης είναι απαραίτητος στο σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και να σκιαγραφήσει εναλλακτικές δυνατότητες για τις αντίστοιχες περιοχές.

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι σε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης πραγματοποιήθηκε κατάληψη του κτηρίου από ομάδες αλληλέγγυων ακτιβιστών υπέρ του αναρχικού απεργού πείνας. Έτσι, ενώ η εκδήλωση εξελίχθηκε ομαλά η πρόσβαση των συμμετεχόντων κατά τις απογευματινές ώρες δεν ήταν εφικτή.

Η ημερίδα ξεκίνησε με την εισήγηση του Τάσου Κρομμύδα, πρόεδρου του Πράσινου Ινστιτούτου, ο οποίος αφού καλωσόρισε τους συμμετέχοντες και παρουσίασε το περιεχόμενο και τους στόχους του Προγράμματος SERIND, έδωσε μια συνολική εικόνα για τον κυρίαρχο ρόλο του λιγνίτη στο ελληνικό σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και τόνισε την ανάγκη του σταδιακού τερματισμού της χρήσης του μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Οι σύγχρονες εξελίξεις και προκλήσεις που προκύπτουν μέσα από την επιστημονική ομοφωνία για την κλιματική αλλαγή, τους νέους Ευρωπαϊκούς στόχους για το κλίμα και την ποιότητα του αέρα και την απότομη μείωση του κόστους στην χρήση των ΑΠΕ καθιστούν την παραπάνω μετάβαση τόσο ρεαλιστική όσο και αναγκαία.

Στην συνέχεια, τον λόγο πήρε ο Κωσταντίνος Δεσποτίδης, Αντιδήμαρχος Κοζάνης, πρωτεύουσας της Δυτικής Μακεδονίας, που εκπροσώπησε τον Δήμαρχο, Λευτέρη Ιωαννίδη λόγω της αδυναμίας του τελευταίου να παραβρεθεί προσωπικά τη συγκεκριμένη ημέρα στην εκδήλωση. Ο κ. Δεσποτίδης αφού περιέγραψε τις επιπτώσεις από τη χρήση του λιγνίτη στην περιοχή, υπογράμμισε την έλλειψη επιστημονικής γνώσης που αφορούν στις παραπάνω επιπτώσεις και την απουσία ενός ουσιαστικού και τεκμηριωμένου δημόσιου διαλόγου για όλα τα σχετικά ζητήματα, και έγκαιρου προγραμματισμού ως προς τη συμμετοχή των πολιτών στο μέλλον της περιοχής. Επισημάνθηκε, επιπλέον, η ανάγκη να πραγματοποιηθεί μια αντίστοιχη δημόσια εκδήλωση στην Κοζάνη την άνοιξη του 2015.

Η πρώτη ενότητα με θέμα «Προκλήσεις και σχεδιασμός για μια Περιφερειακή μετάβαση» ξεκίνησε με τον Carsten Debes (δείτε την παρουσίαση), εκπρόσωπο του Προγράμματος Resource, που παρουσίασε την εμπειρία από τα αποτελέσματα του προγράμματος από τη διαδικασία μετάβασης εξορυκτικών Περιοχών στην κεντρική Ευρώπη, δίνοντας έμφαση στην περίπτωση της Βοημίας στην Τσέχικη Δημοκρατία και της Λουσατίας στη Γερμανία. Σημείωσε ότι οι περιοχές αυτές επιδεικνύουν τόσο πολιτιστικό δυναμικό, (διατήρηση της βιομηχανικής κληρονομιάς, ύπαρξη επαγγελματικών δεξιοτήτων και κουλτούρα αλληλεγγύης, δυνατότητες φιλοξενίας πολιτιστικών ή αθλητικών εκδηλώσεων) όσο και το δυναμικό του φυσικού περιβάλλοντος (πχ φύτευση δένδρων για βιομάζα, ανάπτυξη της γεωθερμικής ενέργειας για τηλεθέρμανση, αξιοποίηση παλιών στοών για κατάρτιση σε θέματα ασφαλείας). Συνολικά, τρεις ήταν οι προσεγγίσεις που επισημάνθηκαν ως προς τη διαδικασία της μετά-λιγνιτικής τοπικής ανάπτυξης. Στην περίπτωση όπου η ανάπτυξη αφήνεται στην αυτορύθμιση της αγοράς, η παρακμή εμφανίζεται, κυρίως, ως αποτέλεσμα της έλλειψης κινήτρων ή των εσωτερικών αδυναμιών για την αναζήτηση και ανάπτυξη εναλλακτικών αναπτυξιακών προτύπων. Όταν ο κινητήριος μοχλός είναι ένας «από τα πάνω» κρατικός παρεμβατικός σχεδιασμός, τα αποτελέσματα συχνά δεν είναι τα πιο αποδοτικά ή βιώσιμα. Μία προτιμώμενη προσέγγιση θα ήταν εκείνη όπου οι κινητήριες δυνάμεις στη διαδικασία μετασχηματισμού είναι οι πρωτοβουλίες των πολιτών σε μια «από τα κάτω» προσέγγιση. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ο σχεδιασμός να γίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα για να επιτυγχάνεται συναίνεση ως προς το μετά-λινγιτικό όραμα, να ενισχύονται οι πρωτοβουλίες των πολιτών συνδέοντας τις με βασικούς παράγοντες του κράτους και της αγοράς, να πραγματοποιείται μια πολυδιάστατη προσέγγιση ως προς τις οικονομικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις, και εκείνες της κοινωνικής συνοχής, και τέλος να μην υπάρχει δισταγμός για πειραματισμό λαμβάνοντας υπόψη την πλήρη αξιοποίηση των τοπικών ενδογενών δυναμικών.

Έπειτα, ο Γιώργος Αμανατίδης (δείτε την παρουσίαση), Γενικός Διευθυντής της Αναπτυξιακής Δυτικής Μακεδονίας ΑΕ – ΑΝΚΟ, παρουσίασε το «Επιχειρησιακό Αναπτυξιακό Σχέδιο» της Περιφέρειας για την μετά-λιγνιτική εποχή στην περιοχή υπογραμμίζοντας τις στρατηγικές κατευθύνσεις του που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής, καθώς και τη διαφοροποίηση της τοπικής επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης.

Η πρώτη θεματική ενότητα ολοκληρώθηκε με την εισήγηση του Λάζαρου Τσικριτζή (δείτε την παρουσίαση), από την Οικολογική Κίνηση Κοζάνης, ο οποίος ανέφερε ότι η αξιοποίηση του λιγνίτη στην περιοχή τη δεκαετία του ’50 ήταν μια λογική επιλογή, αλλά μια τέτοια προοπτική δεν μπορεί να συνεχιστεί στον 21ο αιώνα. Ο κ. Τσικριτζής σημείωσε ότι η Περιφέρεια της Κοζάνης για 60 χρόνια «καιγόταν» προκειμένου να φωτιστεί η υπόλοιπη χώρα, και παρουσίασε διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις υπερβάσεις των ορίων ποιότητας του αέρα, τις επιπτώσεις στην υγεία και τους υδάτινους πόρους, ακόμα και την μετεγκατάσταση ολόκληρων χωριών για να ανοίξει ο δρόμος για νέα ορυχεία. Συνοψίζοντας ο κ. Τσικριτζής επισήμανε ότι υπάρχει ανάγκη για ένα σχέδιο μακροπρόθεσμης ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων ενός διεθνούς διαγωνισμού Μasterplan, καθώς και απαραίτητων μηχανισμών χρηματοδότησης, δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας στην κατασκευή του εξοπλισμού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και αποσαφήνισης των θεμάτων ιδιοκτησίας στις τεράστιες εκτάσεις των παλιών και νέων λιγνιτωρυχείων.

Η επόμενη θεματική ενότητα προσανατολίστηκε στο Ελληνικό ενεργειακό σύστημα και τον ρόλο του λιγνίτη.

Ο Μάριος Λεονάρδος (δείτε την παρουσίαση), Διευθυντής Σχεδιασμού και Απόδοσης Ορυχείων της ΔΕΗ, υπογράμμισε τη στρατηγική και τον προγραμματισμό της σχετικά με τον ρόλο του λιγνίτη σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση. Σημείωσε ότι ο ελληνικός λιγνίτης ανά θερμικό περιεχόμενο είναι αρκετά πιο ακριβός σε σύγκριση με άλλα αποθέματα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις, η παραγωγή λιγνίτη προβλέπεται να μειωθεί από 25TWh το 2014 σε περίπου 13TWh το 2030. Η δεύτερη από τις νέες λιγνιτικές μονάδες που βρίσκονται στο επενδυτικό πρόγραμμα της ΔΕΗ, αυτή της Μελίττης, αντιμετωπίζει κάποια ζητήματα σχετικά με την τροφοδοσία της με λιγνίτη από το ορυχείο της περιοχής.

Κατόπιν, ο Νίκος Μάντζαρης (δείτε την παρουσίαση), υπεύθυνος θεμάτων Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του WWF Ελλάς, αναφέρθηκε στις εξελίξεις που έφερε η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις Βιομηχανικές Εκπομπές ως προς το χρονοδιάγραμμα αποξήλωσης των παλαιών λιγνιτικών σταθμών και τόνισε τη διακομματική υποστήριξη του λιγνίτη, και γενικά το χαμηλό επίπεδο του δημόσιου διαλόγου για αυτά τα θέματα. Παρουσίασε, επίσης, κάποιες ενδιαφέρουσες διεθνείς εξελίξεις, που αξίζει να ληφθούν υπόψη και στην Ελλάδα, όπως η διακοπή χρηματοδότησης για νέες μονάδες άνθρακα σε τρίτες χώρες από μεγάλες χώρες και διεθνείς χρηματοδοτικούς μηχανισμούς, οι νέες προδιαγραφές εκπομπών στις ΗΠΑ καθώς και η συμφωνίας τους με την Κίνα, η ενίσχυση του κινήματος της αποεπένδυσης από ορυκτά καύσιμα, ο νέος γύρος της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την ποιότητα του αέρα και η ταχεία μείωση του κόστους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Στη συνέχεια, ο Δημήτρης Ιμπραήμ, συντονιστής εκστρατειών του ελληνικού γραφείου Greenpeace, τόνισε ότι η ΔΕΗ ακολουθεί πολύ συντηρητική στρατηγική, χάνοντας έτσι σημαντικές ευκαιρίες που έχει στη διάθεσή της για τη μετάβαση σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο μακριά από το λιγνίτη και το μαζούτ στα νησιά.

Τέλος, ο Απόστολος Δημόπουλος, Πρόεδρος ΔΣ του Ενεργειακού & Αναπτυξιακού Συνεταιρισμού Σίφνου, περιέγραψε τη διαδικασία και τις προκλήσεις που συνέβαλαν στη δημιουργία ενός συνεταιρισμού για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο οποίος ξεκίνησε από μια αρχική ιδέα λίγων ανθρώπων και σήμερα αριθμεί δεκάδες μέλη. Επιπλέον, έκανε μια σημαντική επισκόπηση της κατάστασης όσον αφορά τους συνεταιρισμούς για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εμπειρία που προέκυψε μέσω της προσωπικής συμμετοχής του στην πανευρωπαϊκή Πρωτοβουλία REScoop.

Παρά τις απρόσμενες εξελίξεις, το κοινό συνεχάρη το Ευρωπαϊκό Πράσινο Ίδρυμα και το Πράσινο Ινστιτούτο για την πρωτοβουλία να διοργανώσουν εκδήλωση για ένα τόσο κρίσιμο θέμα, που, εξακολουθεί να παραμένει, δυστυχώς, έξω από το πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου, και εξήρε το επίπεδο των παρουσιάσεων και των συζητήσεων, εκφράζοντας την έντονη επιθυμία του για περισσότερες σχετικές συζητήσεις στο μέλλον στην Αθήνα και την Κοζάνη.